κυάθιο

κυάθιο
Ταξιανθία που συναντάται στα μέλη της οικογένειας των ευφορβιιδών. Για μεγάλο διάστημα θεωρούσαν το κ. ερμαφρόδιτο λουλούδι, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για άθροισμα λουλουδιών. Το κεντρικό θηλυκό άνθος βρίσκεται πάνω σε ευλύγιστο ποδίσκο και αποτελείται από έναν ύπερο χωρίς περιάνθιο, ενώ τα αρσενικά άνθη αποτελούνται από έναν μόνο αρθρωτό στήμονα, που συνοδεύεται από μικρό περιάνθιο. Ένα περίβλημα, αποτελούμενο από τέσσερα φυλλάρια σε σχήμα μισοφέγγαρου, περισφίγγει το σημείο απ’ όπου βγαίνουν τα άνθη.
* * *
το (Α κυάθιον και κυάθειον) [κύαθος]
μικρό κύπελλο, φλιτζάνι, ποτηράκι («εἴρηκε καὶ κυάθιον δι' ἀργύρου, ᾧ τὸ μύρον ἐγχέομεν», Φερεκρ.)
νεοελλ.
βοτ. τύπος ταξιανθίας που απαντά στα είδη τής οικογένειας ευφορβιίδες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ευφορβία — (euphorbia). Ονομασία φυτών τα οποία φτάνουν περίπου τα 1.000 είδη. Ευδοκιμούν στις εύκρατες και στις τροπικές περιοχές, και 43 από αυτά είναι αυτοφυή στην Ελλάδα σε θαμνότοπους, πετρώδεις περιοχές, αμμώδεις παραλίες και συχνά ως ενοχλητικά… …   Dictionary of Greek

  • ευφόρβια — (euphorbia). Ονομασία φυτών τα οποία φτάνουν περίπου τα 1.000 είδη. Ευδοκιμούν στις εύκρατες και στις τροπικές περιοχές, και 43 από αυτά είναι αυτοφυή στην Ελλάδα σε θαμνότοπους, πετρώδεις περιοχές, αμμώδεις παραλίες και συχνά ως ενοχλητικά… …   Dictionary of Greek

  • κυάθειον — κυάθειον, τὸ (Α) βλ. κυάθιο …   Dictionary of Greek

  • κυαθίς — κυαθίς, ίδος, ἡ (Α) μικρός κύαθος, κυάθιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύαθος + υποκορ. κατάλ. ις (πρβλ. ακανθ ίς, στρουθ ίς)] …   Dictionary of Greek

  • ανθόστεμα — (anthostemma). Γένος ποωδών φυτών της οικογένειας των ευφορβιιδών, ιθαγενών της Αφρικής. Είναι φυτά με γαλακτώδη χυμό. Τα μονογενή τους άνθη αποτελούνται μόνο από γυμνούς στήμονες ή καρπόφυλλα, δηλαδή δεν υπάρχει περιάνθιο, και οι στήμονες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”